[This is a MPIWG MPDL language technology service ]
WordInfo
Morphology Lemmata στόμα (external link: στόμα )Forms: στομάτεσσι (data provider: perseus), στομάτεσσιν (data provider: donatus-sup), στομάτοιν (data provider: perseus), στομάτων (data provider: perseus), στόμ' (data provider: perseus), στόμα (data provider: perseus), στόμαθ' (data provider: perseus), στόμασι (data provider: perseus), στόμασιν (data provider: perseus), στόματ' (data provider: perseus), στόματα (data provider: perseus), στόματι (data provider: perseus), στόματοσ (data provider: perseus), στόματί (data provider: donatus-sup), στόματόσ (data provider: donatus-sup), στύμα (data provider: perseus), στύματοσ (data provider: perseus)Dictionary Autenrieth: A Homeric lexicon στόμα στόμα , ατοσ : mouth; ἀνὰ στόμα ἔχειν, διὰ στόμα ἄγεσθαι , phrases relating to utterance, Il. 2.250, Il. 14.91; fig., of the mouth of rivers or harbors, point of a lance, Il. 15.389 ; ἠιόνοσ , opening, inlet, Il. 14.36.Bonitz: Index Aristotelicus στόμα στόμα . 1. animalium os. (τὸ καλούμενον στόμα ζ 1. 468 a10.αν 11. 476 a20. Ζμδ 5. 678 b7, 25.) καλεῖται ᾗ μὲν λαμ-βάνει (τὸ ζῷον τροφήν ), στόμα· τὸ ἐντὸς στόμα σιαγόνωνκαὶ χειλῶν· τὸ δέρμα διαλείπει κατὰ τὸ στόμα Ζια 3. 489a2. 11. 492 b25 Pik. γ 11. 518 a5. τῆς ἀκατεργάστου τροφῆσπόρος ἐστί Ζμβ 3. 650 a15. τὸ στόμα τὸ περιεχόμενον ὑπὸτούτων (ὀδόντων ) καὶ συνεστηκὸς ἐκ τούτιον· τὸ ὀστοῦν τῆσσιαγόνος πρὸς τῷ στόματι στενόν Ζγγ 1. 661 a35. ε 8. 789a2. (cf Plat Tim 75 D. Philippson ὕλη 33. in figura ana-tomica Ζμδ 9. 684 b24.) ὁ τέττιξ μόνον τῶν ἄλλων ζῴωνστόμα οὐκ ἔχει ἀλλὰ τὸ γλωττοειδές Ζιδ 7. 532 b11. cfΖμδ 5. 682 a19. 12. 692 b18. αν 11. 476 a19. χρυσαλλίδεσοὔτε στόμα ἔχουσαι οὔτ̓ ἄλλο τῶν μορίων διάδηλον οὐθένΖιε 19. 551 a21. -- τοῖς ὄρνισίν ἑστι τὸ καλούμενον ῥύγχοσστόμα Ζγγ 1. 662 a34. -- a. ἔχει καὶ περὶ τὸ στόμα δια-φορὰσ (τὰ ζῷα ) Ζμδ 13. 696 b24. Πδ 4. 1290 b28, 30, 33.(τῶν μαλακοστράκων ) τὸ στόμα σαρκωδέστερον ἀντὶ γλώτ-της, αἱ χελῶναι αἱ θαλάττιαι ἔχουσι τὸ στόμα ἰσχυρότερονπάντων Ζιδ 2. 526 b23. θ 2. 590 b5. -- (τῶν ἰχθύων ) ἀκαν-θώδης ἐστὶν ὁ τόπος τοῦ στόματος πᾶσιν· τὰ μὲν κατ̓ἀντικρὺ ἔχει τὸ στόμα καὶ εἰς τὸ πρόσθεν, τὰ δ̓ ἐν τοῖσὑπτίοις Ζμβ 17. 660 b17, 23. δ 13. 696 b25. σελαχώδεις,δελφῖνες, κητώδεις, ἐχῖνοι οἱ θαλάττιοι, στρομβώδη, λεπά-δες κάτω τὸ στόμα ἔχουσι Ζιθ 2. 591 b27. δ 5. 530 b19,21, 22. σηπία ἔχει μεταξὺ τῶν προβοσκίδων τοὺς ὀφθαλμοὺσκαὶ στόμα, πολύπους τὸ στόμα καὶ τοὺς ὀδόντας ἔχει ἐν μέσοιστοῖς ποσίν f 317. 1531 b32, 3. ἀκαλήφη ἔχει τὸ στόμα ἐνμέσῳ Ζιδ 6. 531 a4. τὰ μαλακόστρακα ἔχει ὑποκάτω τὸστόμα τῶν ὀφθαλμῶν Ζιδ 3. 527 b13. 4. 529 b30. τὰ στρομ-βώδη ἐν τῷ σαρκώδει Ζιδ 4. 530 a23. -- ἔχουσι τὰ ζῷακαὶ τὰ μεγέθη διαφέροντα τοῦ στόματος Ζιβ 7. 502 a6. (ἰχθύων )τῶν ἄνω τὸ στόμα ἐχόντων τὰ μὲν ἀνερρωγὸς ἔχει τὸστόμα, τὰ δὲ μύουρον Ζμδ 13. 696 b34. τῶν μὲν τὰ στό-ματα ἀνερρωγότα, τὰ δὲ μικρόστομα, τὰ δὲ μεταξύ Ζιβ 7.στόμα 502 a6. τὸ στόμα οἱ μὲν (ἰχθύεσ ) ἀνερρωγὸς ἔχουσι Ζιβ 13.505 a32. ὄνοσ (ἰχθὺσ ) στόμα ἔχει ἀνερρωγόσ f 307. 1530a24. ὅσα ἔχει στόμα μέγα πα 32. 863 a11. λέων ἔχωνστόμα εὐμέγεθες φ 5. 809 b16. σκάρος ἔχει στόμα μικρόν f 311. 1531 a12. τὰ μονόθυρα καὶ δίθυρα στόμα ἔχουσιν ἀλλ̓ἐν τοῖς ἐλάττοσι διὰ μικρότητα ἄδηλον Ζιδ 4. 529 a27. --b. ἡ τοῦ στόματος θέσις Ζμγ 3. 664 a25. piscis τὴν καρδίανἔχει πρὸς τὴν κεφαλὴν καὶ τὸ στόμα Ζιβ 17. 507 a5. αν 16.478 b7. μαλακίων στόμα Ζμδ 5. 678 b7, 25. 9. 684 b10,685 a10. Ζιδ 1. 524 b2, 4. ἡ φύσις παρὰ τὸ στόμα τὴντελευτὴν τοῦ περιττώματος συνήγαγε κάμψασα, τὰ μα-λάκια κατὰ τὸ στόμα σύμπλεκονται Ζγα 15. 720 b18. 14.720 b16. Ζιε 6. 541 b3, 13. τὸ στόμα τῶν ἐχίνων, ἐντόμων,στρομβωδῶν Ζμδ 5. 680 a14, 678 b16. 9. 685 a10. καράβου,κοχλίου, τηθύων Ζιδ 3. 527 b14. 4. 528 b27. 6. 531 a24, cf22. -- e. physiologica. ὅσα περὶ τὸ στόμα καὶ τὰ ἐναὐτῷ πλδ. ἐπὶ τοῦ στόματος ἡ μὲν τροφὴ πάντων κοινόν,ἡ ἀλκὴ τινῶν ἴδιον καὶ ὁ λόγος ἑτέρων, ἔτι τὸ ἀναπνεῖν οὐπάντων κοινόν Ζγγ 1. 662 a20-b16. cf Ζμγ 1. 662 a16. τοῖσἔχουσι τὸν πλεύμονα τῷ καλουμένῳ στόματι (ἡ φύσις χρῆται )πρός τε τὴν τῆς τροφῆς ἐργασίαν καὶ τὴν ἐκπνοὴν καὶ τὴνἀναπνοήν· τοῖς δὲ μὴ ἔχουσι πνεύμονα μηδ̓ ἀναπνέουσι τὸστόμα πρὸς τὴν ἐργασίαν τῆς τροφῆς αν 11. 476 a20. ἐκτῶν φλεβῶν εἰς τὰς σάρκας διαδίδοσθαι τὴν τροφήν, οὐ κατὰτὰ πλάγια ἀλλὰ κατὰ τὸ στόμα, καθάπερ σωλῆνας πν 5.483 b28. -- τοῦ στόματος χρῆσις, λειτουργία Ζμδ 11. 691b22. γ 14. 674 b10, 20. cf β 3. 650 a9. ἠ τῆς τροφῆς ἐρ-γασία ἐν στόματι, ἡ τοῦ στόματος ἐργασία, μίαν τινὰἐργασίαν ἡ τοῦ στόματος λειτουργεῖ δύναμις Ζια 4. 489 a28.Ζμβ 3. 650 a27. γ 14. 674 b23. ζ 3. 469 a3. -- (ἐνίοις ἰχθύ-σιν ) ἐν τῷ στόματι ἡ ἰσχύς· (κροκοδείλοισ ) πρὸς ταύταστὰς χρείασ (τὸ λαβεῖν καὶ κατασχεῖν ) ἀντὶ ποδῶν τὸ στόμαἡ φύσις χρήσιμον ἐποίησε· διαιρεῖν τῷ στόματι καὶ δάκνεινΖμδ 13. 697 a2. 11. 691 b9, 25, 23. ὁ ψὴν διὰ στομάτων (διαστομῶν ci S Aub) ποιεῖ μὴ ἀποπίπτειν τὰ ἐρινᾶ Ζιε 32.557 b28. ἡ τοῦ στόματος ἔνδεια Ζμγ 14. 674 b29. cf δ 11.691 b20. (ὁ μῦς τὸ κῆτος ὀδόντας ἐν τῷ στόματι οὐκ ἔχειΖιγ 12. 519 a24.) -- πλείστην διαφορὰν ἀπεργάζονται τῆσφωνῆς αἵ τε τοῦ ἀέρος πληγαὶ καὶ οἱ τοῦ στόματος σχημα-τισμοί· ὅσων εἰσὶν αἱ γλῶτται καὶ τὰ στόματα δυσκίνηταακ 800 a23, 21, 29, 801 b8. τὸ πνεῦμα τὸ διὰ τοῦ στόματοσφυσώμενον μβ 8. 367 b1. διὰ τί ἐκ τοῦ στόματος καὶ θερμὸνκαὶ ψυχρὸν πνέουσι πλδ 7. 964 a10, 14, 16. (ἄρκτοι λευκαὶ )ἀφιᾶσιν ἐκ τοῦ στόματος φλέγμα θ 144. 845 a21. -- ἀνα-πνεῖ τὰ φανερῶς ἀναπνέοντα διὰ τῆς ἀρτηρίας, διά τε τοῦστόματος ἅμα καὶ διὰ τῶν μυκτήρων . amphibia ἐν τῷ ὑγρῷὑπερέχοντα τὸ στόμα διὰ τὴν ἀναπνοήν αν 7. 474 a9, 22.10. 475 b31 (cf piscium ἔνια ὑπερέχοντα τὸ στόμα μόνονΖιθ 15. 599 b27). (κήτη ) δεχόμενα κατὰ τὸ στόμα τὴν θά-λατταν ἀφιᾶσι κατὰ τὸν αὐλόν Ζμδ 13. 697 a18. pisces.ᾗ (κατὰ τὰ βράγχια ) τὸ ὕδωρ ἀφιᾶσι δεξάμενοι κατὰ τὸστόμα Ζιβ 13. 504 b29. τὸν ἐν τῷ στόματι γινόμενον ἀέραἕλκοντας ἀναπνεῖν τοὺς ἰχθῦσ (Anaxagoras)· ἐκ τοῦ περὶ τὸστόμα περιεστῶτος ὕδατος ἕλκειν τῷ κενῷ τῷ ἐν τῷ στό-ματι τὸν ἀέρα (Diogenes) αν 2. 471 a1, 3, refutatur 13,15. 3. 471 a20. (τὰ μαλακόστρακα ) δέχεται τὸ ὕδωρ παρὰτὸ στόμα, ἀφίησι κατὰ τοὺς ἄνω πόρους τοῦ στόματος Ζιδ 3.527 b18, cf 21. 2. 526 b18. -- ὅσα ἔχει στόμα, χαίρει καὶλυπεῖται τῇ τῶν χυμῶν ἅψει Ζιδ 8. 535 a12. -- λέγουσιτίκτειν κατὰ τὸ στόμα τὴν γαλῆν Ζγγ 6. 756 b16, cf 32,757 a1. λέγουσι κατὰ τὸ στόμα μίγνυσθαι τούς τε κόρακασ στόμα καὶ τὴν ἶβιν , cf ἡ τοῖς ῥύγχεσι πρὸς ἄλληλα κοινωνία Ζγγ 6. 756b14, 20. -- d. στόματος πάθη, ἐκ τοῦ στόματος αἱμορροΐδεσΖμγ 5. 668 b18. τθ̀ ἐν τῷ στόματι πτύελον Ζγβ 8. 747 a10.ὥσπερ καὶ τῷ στόματι σιάλου πολλαχοῦ, τθ̀ στθ́μα πτύσεως Ζικ 3.635 b19, 28. -- διὰ τί οἱ νήστεις δυσῶδες ἔχουσι τὸ στόμα Probl inedit Bsm 298, 11. Εὐριπίδου δυσωδία τοῦ στθ́ματος Πε 10. 1311 b34. -- e. μθ́ρια στόματθς ἐχόμενα. μυκτήρ. ἡ ἐκτῶν μυκτήρων σύντρησις εἰς τὸ στόμα· ὅταν πίνοντες ἀνα-σπάσωσί τι τοῦ πθτοῦ χωρεῖ ἐκ τοῦ στόματθς διὰ τῶν μυ-κτήρων ἔξω Ζια 16. 495 a26 Pik, 27. (ὄρνιθες καὶ τὰ τετρά-ποδα ᾠθτθ́κα ) ἔχουσι τοὺς πθ́ρους τῶν μυκτήρων πρὸ τοῦστόματθς Ζμβ 16. 659 b2. αἱ ῥῖνεσ (ἔχουσι ) τθ̀ν εἰς τὸν ἀέρα (πόρον ) μείζω τοῦ εἰς τὸ στθ́μα καὶ φάρυγγα, ἐντεῦθεν σπᾷτῷ πνεύματι ὥσπερ τοῖς στθ́μασιν ἢ τθῖς μυκτῆρσι Ζικ 5.637 a33, 17. cf Plat Tim 79 E. -- ὁ ἐν τῷ στόματι οὐρα-νός αν 7. 474 a21. -- ὑπὸ τὸν οὐρανὸν ἐν τῷ στόματι ἡγλῶττα Ζμβ 17. 660 a14. δ 11. 690 b19. Ζγε 6. 786 a27.ὁ κυπρῖνος τὴν γλῶτταν οὐχ ὑπὸ τῷ στόματι ἀλλ̓ ὑπθ̀ τὸστόμα κέκτηται (?) f 302. 1529 b44 (cf Beckmann Beitrzur Gesch der Erfind III 417). -- ἐντὸς τοῦ στόματοσἐνίθισ (ἐντόμων ) ἐστὶ τθ̀ καλούμενθν κέντρον Ζμδ 5. 682 a10.-- τὸ μὲν διφυὲς τοῦ στόματος παρίσθμιον, τὸ δὲ πολυ-φυὲς οὖλον Ζια 11. 492 b34. -- ἡ ἀρτηρία κεῖται ἐπὶ τὰἄνω πρθ̀ς τὸ στόμα, τὸ τῆς ἀρτηρίας τρῆμα τὸ εἰς τὸστθ́μα τεῖνον, ἀρχὴ τῆς ἀρτηρίας πρὸς αὐτῷ ἐστὶ τῷ στό-ματι Ζια 16. 495 a25, 29. β 17. 508 a19. cf Plat Tim 78 C.-- οἰσοφάγος τὸ συνεχὲς αὐτῷ μόριον Ζμβ 3. 650 a16. cfγ 3. 664 a31. (μαλακόστρακα ) ἀπὸ τοῦ στόματος ἔχει οἰσο-φάγον· πόρθς εἷς ἄχρι τῆς κοιλίας· (μαλακίθισ ) μετὰ τὸστθ́μα ὁ οἰσοφάγος Ζιδ 2. 527 a4. 4. 530 a2. 1. 524 b9. --(θ̓στρακόδερμα ἔχει ) τοῦ στθ́ματθς ἐχόμενθν πρθ́λοβθν Ζμδ 5.679 b8. -- θ̔ στόμαχος ἤρτηται ἄνωθεν ἀπθ̀ τοῦ στθ́ματος,ἀπὸ τοῦ στόματος ἀρξάμενθς· (μαλακθ̓στρακα ἔχει ) εὐθὺσἐχθ́μενον τοῦ στόματος στόμαχον μικρόν Ζια 16. 495 b20.β 17. 507 a37. Ζμδ 5. 679 a34. -- τὴν κοιλίαν ἔνια ἔχουσινεὐθὺς πρὸς τῷ στθ́ματι Ζμγ 14. 674 a11. ὁ πόρθς ὁ διὰ τοῦστόματθς εἰσιὼν εἰς τὴν κοιλίαν φέρει Ζγγ 5. 756 b9. pisci-bus εὐθὺς ἡ κοιλία πρὸς τῷ στόματι, εὐθὺς πρὸς τὸ στόμασυνάπτει ἡ κοιλία αν 3. 471 a23. Ζιθ 2. 591 b7. β 17. 507a28. (προσπίπτει ἡ κοιλία εἰς τὸ στόμα τίσι καὶ πότε Ζιβ 17.507 a30.) τῶν ἐντόμων ἔνια τὴν κοιλίαν μετὰ τὸ στόμα ἔχειΖμδ 5. 682 a16. τῶν μαλακοστράκων ἡ κοιλία τοῦ στόματοσἐχομένη Ζιδ 2. 526 b24. 3. 527 b24. (ὀστρακοδέρμοισ ) τοῦστόματος ἔχεται εὐθὺς ἡ κθιλία Ζιδ 4. 529 b18, a1. -- in-sectis εὐθὺς μετὰ τθ̀ στόμα ἔντερον, τοῖς μαλακίοις πρὸστὸ στόμα ἔντερθν λεπτθ́ν Ζιδ 7. 532 b5. 1. 524 b13. --cephalopoda ἔχει τριχώδη ἄττα ἐν τῷ στόματι· ἡ μύτισκεῖται ὑπὸ τὸ στόμα, παῤ αὐτθ̀ τθ̀ στόμα Ζιδ 1. 524 b22,18. f 317. 1531 b35. -- (ἐχῖνοι ἔχουσι ) τὰ μέλανα τὰ ἀπὸτοῦ στόματος πλείω Ζιδ 5. 530 b13. -- (τῶν μαλακοστρά-κων ) οἱ πρὸς τῷ στθ́ματι πόδες, ἄλλοι δύθ δασεῖς μικρὸνὑποκάτω τοῦ στόματος, τὰ βραγχιώδη τὰ περὶ τὸ στόμαΖιδ 2. 526 a26, 29, 30, 27. -- f. αἱ ῥίζαι τθῖς φυτοῖς στό-ματος καὶ κεφαλῆς ἔχουσι δύναμιν Ζμδ 10. 686 b35. cf ψβ 1.412 b3. ζ 1. 468 a10. τὰ φυόμενα λαμβάνει ταῖς ῥίζαιστὴν τροφήν, καθάπερ τὰ ζῷα τοῖς στόμασι Ζπ 4. 705 b8.-- g. dicendi usus. ἀπθ̀ στόματος ἐξεπίστασθαι τθ 14. 163b28. διὰ στόματθς εἶναι, γίγνεσθαι f 40. 1481 a41. μν 2.453 a29. cf Οβ 13. 294 a27 (Emp 241). ἄνευ πρθαιρέσεωσᾄδομεν καὶ οὐ δύναται ἐκ τοῦ στόματος ἐξελθεῖν πια 27. 902a32. τοὺς συγγενεῖς φιλοῦσι τῷ στόματι f 567. 1571 a36. --στόμαχοσ θηλάζειν τῷ στόματι Ζιζ 27. 578 a23. τῷ στόματι μετα-φέρειν τοὺς νεοττούς Ζγγ 6. 757 a1. εἰσδέχεσθαι τὰ γεννη-θέντα εἰς τθ̀ στόμα f 293. 1529 a20. columba εἰσπτύει τοῖσνεοττθῖς διοιγνὺς τὸ στθ́μα Ζυ 7. 613 a4. οἱ τρθχίλθι εἰσπε-τόμενοι εἰς τὰ στόματα τῶν κροκοδείλων θ 7. 831 a12. τῷστόματι ἀποσπάσαι τὰ αἰδοῖα θ 10. 831 a26. pisces κθ́πτουσινὑπὸ τὴν γαστέρα τοῖς στόμασι Ζιε 5. 541 a16. ἐὰν μή τιστθ̀ στθ́μα ἐπικλίνῃ Ζμβ 17. 660 b22. πλησίον προσάγειν τὴνχεῖρα τοῦ στόματος πλδ 7. 964 a12. ἡ θήρα τῶν ἡττόνων (ἰχθύων ) καταντικρὺ γίνεται τθῖς στθ́μασι Ζιθ 2. 591 b24.(σηπία, τευθίσ ) τὴν νεῦσιν ἡ μὲν ἐπὶ τὸ θ̓́πισθεν ἡ δ̓ ἐπὶτθ̀ στόμα ποιεῖται Ζιε 6. 541 b16 (dorsum significat etsupinas partes, ut τὸ στόμα pronas S I 273). -- ταῖσσαύραις ἐπιβάλλον περὶ τὸ στόμα περιθέθν ἀφίησιν, ἕως ἂνσυλλάβῃ τὸ στόμα (?) Ζυ 39. 623 b1.2. στόμα latiore sensu. -- a. ὑστέρας στθ́μα. μήτραθ̔ καυλὸς καὶ τὸ στόμα τῆς ὑστέρας, τθ̀ στόμα τῶν ὑστε-ρῶν Ζιγ 1. 510 b14. κ 2. 634 b27, 635 a21. 3. 635 a31.Ζγδ 4. 773 a16. ἡ ἀρχὴ μία καὶ τὸ στόμα ἕν, τὰ χείλη τοῦστόματος Ζιγ 1. 510 b11. η 3. 583 a16. στενθ́ν, συμμύειΖγβ 4. 739 a36, 33. α 19. 727 b23. μὴ ἀνθιγομένου τοῦ στό-ματος Ζικ 4. 636 a32. ἡ γθνὴ προΐεται εἰς τθ̀ πρόσθεν τοῦστόματος τῶν ὑστερῶν, δεῖ τὸ στόμα εἰς ὀρθθ̀ν εἶναι, θιγ-γανθ́μενον ἔσται τὸ στόμα μαλακώτερον, μαλακόν Ζικ 5.637 a15. 2. 635 a6, 9, 19. στόμα ὑγιεινῶς ἔχον· ἐὰν φῦμαἐπὶ τοῦ στθ́ματος ᾖ· αἷς πως τὸ στόμα συμφύεται· τὸστόμα τοιαύτη οἷον ὅταν κύωσιν Ζικ 2. 635 a22. 4. 636 a36,b1. 7. 638 b35, 37. (αἱ γυναῖκεσ ) ἔχουσι καυλόν, ὥσπερ καὶοἱ ἄνδρες τὸ αἰδοῖον· ἀλλ̓ ἐν τῷ στόματι ἀποπνέουσι διὰτοῦτο μικρῷ τε πόρῳ ἀνωτέρω (ἔχουσι ... αἰδθῖον, ἀλλ̓ ἐντῷ σώματι. ἀποπνέουσι διὰ τούτου ... v l, Pik, Scalig) Ζικ 5.637 a23. -- b. κοιλίας στόμα Αδ 11. 94 b15. ἧς πρὸς τῷστόματι ὀδόντες εἰσὶ τρεῖς Ζιδ 2. 527 a5. -- μικρὸν κατώ-τερον τοῦ στθ́ματοσ (v l σώματοσ S Bsm Pik) τῆς γαστρθ́σ (τῇ γαστρί Aub) Ζιζ 10. 565 a4. -- c. τὸ στόμα τοῦὀστράκου, τοῦ σμήνους Ζιδ 4. 528 b22. ι 40. 624 a13. hal-cyonis nidi στόμα στενὸν ὅσον εἴσδυσιν μικράν, στθ́μα θα-λάμησ (πολυπόδων ) Ζυ 14. 616 a28. ε 18. 550 b5. τὸ στθ́ματῶν ἀγγείων, τοῦ κεραμίου Ζγβ 4. 739 b13. Ζιδ 8. 534 a22.πισ 8. 914 b31. -- Νείλου στόματα μα 14. 351 b32. (Ὠκε-ανοῦ ) στενόπορον στόμα κατὰ τὰς Ἡρακλείους στήλας κ 3.393 a18. -- στόμα ἕλκους μέγα πα 32. 863 a11. -- (στθ́-ματοσ in v l, σώματοσ Bk, in vers Guill, σῶμα Bk Ζμβ 16. 659 b17. Ζικ 2. 635 a28).Liddell-Scott-Jones: A Greek-English lexicon στόμα στόμα , τό , Aeol. στύμα Theoc. 29.25; gen.στόματοσ , but στομάτοιο Hymn.Mag. 2(2).10 ,28:—mouth , Il. 14.467, etc.; σύν τε στόμ' ἐρεῖσαι Od. 11.426 ; ἱμείρων γλυκεροῦ σ . Sol. 25; of animals, Hes. Sc. 146,389, S. Ph. 1156 (lyr.), etc.:— pl. is sts. used for sg., ἀμφιπίπτων στόμασιν , of kissing, Id. Tr. 938, cf. E. Alc. 403 (lyr.), and freq. in later Poets, A.R. 4.1607, Nic. Al. 210, 240, etc.: metaph., πτολέμοιο, ὑσμίνης στόμα , the very jaws of the battle, as of a devouring monster, Il. 10.8, 20.359 (but cf. infr. 111.1).
2. esp. the mouth as the organ of speech , δέκα μὲν γλῶσσαι, δέκα δὲ στόματ' 2.489 , cf. Thgn. 18; βραχύ μοι ς. πάντ' ἀνᾱγήσασθαι Pi. N. 10.19 ; freq. in Trag., ς. τὸ Δῖον the mouth of Zeus, A. Pr. 1032; τὸ Φοίβου θεῖον ἀψευδὲς σ . Id. Fr. 350.5, cf. S. OC 603; τοῦ στόματος τὸ στρογγύλον Ar. Fr. 471 ; Μοισᾶν καπυρὸν σ . their mouthpiece, organ , Theoc. 7.37, cf. Mosch. 3.72; Πιερίδων τὸ σοφὸν σ ., of Homer, AP 7.4 (Paul. Sil.), cf. 7.6 (Antip. Sid.), 7.75 (Antip.), 9.184; τὸ μισόχρηστον ς. τῆς κωμῳδίασ Phld. Piet. p.93G. ; speech, utterance , S. OT 426,706, OC 132 (lyr.), etc.; εἰς τόδ' ἐξελθόντος ἀνόσιον σ . ib.981; κἂν καλὸν φορῇ σ . Id. Fr. 930; τὸ σὸν ..ς. ἐλεινόν Id. OT 671 ; διδόναι ς. καὶ σοφίαν Ev.Luc. 21.15 : in pl. of a single speaker, S. OT 1220 (lyr.):— special phrases: οἴγειν σ . A. Pr. 611; τοὐμὸν οὐ λύω σ . E. Hipp. 1060, cf. Isoc. 12.96; διᾶραι τὸ σ . D. 19.112; κοίμησον σ . keep silence, A. Ag. 1247; δάκνειν σ ., i.e. to keep a stern silence (cf. ὀδάξ ), Id. Fr. 397; ἴσχε δακὼν ς. σόν S. Tr. 977 (anap.); ὀδόντι πρῖε τὸ σ . Id. Fr. 897; so κλῄσας σ . E. Ph. 865; οὐκ ἐφέξετε σ .; Id. Hec. 1283; σῖγ' ἕξομεν σ . Id. Hipp. 660; εὖ ἔχειν ς. ,= εὐφημεῖν , Eup. 381; συγκλῄειν σ . Ar. Th. 40(anap.):— of style, τὸ Λυσιακὸν σ . D.H. Lys. 12.
3. with Preps.,
a. ἀνὰ στόμα ἔχειν have always in one's mouth , whether for good or ill, E. El. 80; ἀνὰ ς. καὶ διὰ γλώσσης ἔχειν Id. Andr. 95 .
b. ἀπὸ στόματος εἰπεῖν speak from memory (cf. ἀπὸ γλώσσησ ), Pl. Tht. 142d, X. Mem. 3.6.9, Philem. 48, Plu. Sol. 8, etc.
c. διὰ στόμα λέγειν A. Th. 579 , cf. E. Or. 103 (so κατὰ τὸ ς. ᾄδειν Ar. Nu. 158 ); διὰ στόμα ἔχειν Id. Lys. 855 ; οἶκτος οὔτις ἦν διὰ στόμα A. Th. 51 ; πᾶσι διὰ στόματοσ 'tis the common talk , Theoc. 12.21.
d. ἐν στόμασι εἶχον Hdt. 3.157 , 6.136; πολλῶν κείμενος ἐν στόμασιν Thgn. 240 ; ἐν τῷ ς. λέγειν Ar. Ach. 198 .
e. ἐξ ἑνὸς ς. with one voice , Id. Eq. 670. Pl. R. 364a, PGiss. 36.13 (ii B.C.) , Gal. 15.763; so ὡς ἀφ' ἑνὸς σ . AP 11.159 (Lucill. ).
f. ἐπὶ στόμα on one's face, face-foremost , ἐξεκυλίσθη πρηνὴς ..ἐπὶ σ . Il. 6.43, cf. 16.410; ὡς κύων ἐπὶ ς. κείμενοσ Archil. Supp. 2.9 ; ὗς ἔκειτ' ἐπὶ σ . Men. 21; ἐπὶ ς. κεῖται lies prone , of the right ventricle, Hp. Cord. 4; ἐπὶ σ .,= pronus, Gloss. ; ἐπὶ ς. πεσόντα Plu. Art. 29 ; ἐπὶ ς. φερόμενον ἐν πᾶσι Timae. ap.Plb. 12.8.4; also ὅ τι νῦν ἦλθ' ἐπὶ σ . whatever came uppermost, A. Fr. 351; ἐπὶ στόματος Φαραώ by the command of P., LXX 4 Ki. 23.35.
g. κατὰ στόμα face to face , Hdt. 8.11, E. Heracl. 801, Rh. 409, X. An. 5.2.26; οἱ κατὰ ς. θεοί (cf. ἀντήλιοι ) E. Fr. 781.33; κατὰ ς. τινόσ confronted with him, Pl. Lg. 855d; στόμα κατὰ στόμα λαλήσω αὐτῷ LXX Nu. 12.8 ; στόμα πρὸς στόμα 2 Ep.Jo. 12 , 3 Ep.Jo. 14, PMag.Berol. 1.39.
II. mouth of a river, Il. 12.24, Od. 5.441, A. Pr. 847, Hdt. 2.17, etc.; so ἠϊόνος ς. μακρόν the wide mouth of the bay, Il. 14.36, cf. Od. 10.90; ς. τοῦ Πόντου Th. 4.75 ; κόλπου ib.49; τὸ ς. τῆς ἐσβολῆσ Ar. Ec. 1107 ; τὸ ἄνω ς. [τῆς διώρυχοσ ] the width of the trench at top, Hdt. 7.23 (but τὰ ς. τ. δ . mouths , ib.37).
2. any outlet or entrance , ἀργαλέον ς. λαύρησ Od. 22.137 ; ς. τῆς ἀγυιᾶσ X. Cyr. 2.4.4 ; ς. φρέατοσ Id. An. 4.5.25 ; καδίσκου Ar. Fr. 581 , cf. AP 6.251 (Phil. ); χθόνιον Ἄιδα σ . Pi. P. 4.44; τὰ τῶν διεξόδων σ . Pl. Phdr. 251d; ἑπτάπυλον σ . the seven gates of Thebes, S. Ant. 119 (lyr.): Medic., τῶν μητρέων, τῶν ὑστερέων ,= os uteri (not distinguished from the cervix ), Hp. Mul. 1.36, Aph. 5.46; τῆς κοιλίασ Arist. APo. 94b15 , Sor. 1.50; γαστρόσ Nic. Al. 20 , Gal. 5.274; [ἕλκουσ ] Arist. Pr. 863a11.
III. foremost part, face, front :
1. of weapons, point , κατὰ στόμα εἱμένα χαλκῷ Il. 15.389 ; [ὁ κριὸς] ἔχει ς. σιδηροῦν Ath. Mech.24.2; τὸ ς. τῆς αἰχμῆσ Philostr. Her. 19.4 ; edge of a sword, μαχαίρασ Ascl. Tact. 3.5 , Ev.Luc. 21.24, etc.: metaph., ἐθηλύνθην σ . S. Aj. 651.
b. the front ranks of the battle, the front , ἀπὸ στόματοσ (opp. ἀπὸ τῆς οὐρᾶσ ) X. An. 3.4.42, cf. HG 4.3.4; τὸ ς. τοῦ πλαισίου Id. An. 3.4.43 , cf. 5.4.22, Plb. 10.12.7 (so perh. ς. πολέμοιο, ὑσμίνησ in Hom. , v. supr.1.1).
c. τὸ τῶν λοχαγῶν τάγμα ς. καλεῖται Ascl. Tact. 2.5 .
2. ἄκρον ς. πύργων the edge or top of the towers, E. Ph. 1166; πρὸς τῷ ς. τοῦ βίου at the very verge of life, X. Ages. 11.15.
3. = ὀμφαλόσ 111.3, Ael. Tact. 7.3. (Cf. Avest. staman- , m. 'mouth (of dog)', Welsh safn 'mouth'.)William J. Slater: Lexicon to Pindar
[* external links may not function]
Elapsed time: 15 ms, see the service description of this page, if you find a bug let us know