[This is a MPIWG MPDL language technology service ]
WordInfo
Morphology Lemmata νεῦρον (external link: νεῦρον )Forms: νεύροισ (data provider: perseus), νεύροισι (data provider: perseus), νεύροισιν (data provider: donatus-sup), νεύροισὶν (data provider: donatus-sup), νεύρου (data provider: perseus), νεύρων (data provider: perseus), νεύρῳ (data provider: perseus), νεῦρ' (data provider: perseus), νεῦρα (data provider: perseus), νεῦρον (data provider: perseus), νεῦρά (data provider: donatus-sup), νεῦρόν (data provider: donatus-sup)Dictionary Autenrieth: A Homeric lexicon Bonitz: Index Aristotelicus νεῦρον νεῦρον . ligamenta, tendines, σύνδεσμοι . descr Ζιγ 5. τὰ νεῦρα referuntur inter τὰ ξηρὰ καὶ στερεὰ τῶν ὁμοιομερῶν μδ 3.385 a8. Ζια 1. 487 a7, 486 a14. γ 2. 511 b7. Ζμβ 2. 647b17. Ζγα 18. 722 a17, 724 b30. β 4. 740 b17. cf Plat Tim32C. τὰ νεῦρα ἁπλῶς γῆς ψα 5. 410 b1. cf μδ 10. 389a12, ἑλκτά μδ 9. 386 b14. -- a. anatom. τὸ μὲν νεῦρονξηρὸν καὶ ἑλκτόν, τὸ δ̓ ὀστοῦν ξηρὸν καὶ θραυστὸν· τὰ νεῦραὡς αἱ στρέβλαι Ζγβ 6. 743 b5. Ζκ 7. 701 b9. οἱ δεσμοὶ φυ-τῶν ὅμοιοι νεύροις ζῴου φτα 3. 818 a20. ἡ τῶν νεύρων ἀρχήἐστιν ἐκ τῆς καρδίας Ζιγ 5. 515 a28. ἐν τοῖς τῆς καρδίασκοίλοις νεῦρα ἔνεστιν, ἐν αὑτῇ ἡ καρδία ἔχει νεῦρα ἐν τῇμεγίστῃ κοιλίᾳ, ἔχει καὶ νεύρων πλῆθος ἡ καρδία, καὶ ἐντῇ καρδίᾳ νεῦρον , trabeculae carneae, musculi papillares etchordae tendineae Ζια 17. 496 a13 Aub. γ 5. 515 a29 Aub.Ζμγ 4. 666 b13. πν 6. 484 a18, 485 a8. οὐκ ἔστι συνεχὴς ἡτῶν νεύρων φύσις ἀπὸ μιᾶς ἀρχῆς ὥσπερ αἱ φλέβες· πάντατὰ ὀστᾶ, ὅσα ἁπτόμενα πρὸς ἄλληλα σύγκεινται, συνδέ-δενται νεύροις, καὶ περὶ πάντα ἐστὶ τὰ ὀστᾶ πλῆθος νεύρων·καὶ νεῦρα ἐκ τῶν ὀστῶν ἠρτημένα Ζιγ 5. 515 a33, b5, 12.πν 6. 484 a18. τὰ νεῦρα διεσπασμένα περὶ τὰ ἄρθρα καὶ τὰστῶν ὀστῶν ἐστὶ κάμψεις, νεῦρα τελευτᾷ πρὸς τὰς καμπὰστῶν ὁστῶν Ζμβ 9. 654 b19, 25. Ζιγ 5. 515 b4, a32. πλεῖστάἐστι νεῦρα περὶ τοὺς πόδας καὶ τὰς χεῖρας καὶ πλευρὰς καὶ ὠμο-πλάτας καὶ περὶ τὸν αὑχένα καὶ τοὺς βραχίονας Ζιγ 5. 515b21. enumerantur τὰ μέγιστα μέρη τῶν νεύρων : τὸ νεῦροντὸ περὶ τὸ μόριον τὸ τῆς ἅλσεως κύριον , t musculi bicipitisfemoris, sartorii, semitendinosi et semimembranosi· ἕτεροννεῦρον διπτυχές, ὁ τένων (v h v)· τὰ νεῦρα τὰ πρὸς τὴνἰσχὺν βοηθητικά, ἐπίτονός τε καὶ ὠμιαία (v h v)· τὰ δ̓ ἀνώ- νεῦρον νυμα περὶ τὴν τῶν ὀστῶν κάμψιν Ζιγ 5. 515 b7-10. ἐν τῇκεφαλῇ οὐκ ἔστιν οὐδὲν νεῦρον Ζιγ 5. 515 b13, cf Plat Tim75 D. 77 E. (ἔνιοι τῶν Περιπατητικῶν ) διὰ προσώπων ἐκτέ-μνειν τὰ νεῦρα τῆς ψυχῆς φασὶ τοὺς τὴν ὀργὴν καὶ τὸν θυμὸναὐτῆς ἐξαιροῦντασ f 95. 1493 b14. -- ἔχει νεῦρα πάντα ὅσαἔχει αἷμα· ἐν οἷς μή εἰσι καμπαὶ ἀλλ̓ ἄποδα καὶ ἄχειράἐστι, λεπτὰ καὶ ἄδηλα· τὰ τῶν ἰχθύων νεῦρα μάλιστά ἐστιδῆλα πρὸς τοῖς πτερυγίοις Ζιγ 5. 515 b23-25. -- b. phy-siolog. cf Plat Tim 74BD. ἡ φύσις συνίστησιν ἐκ τῶν πε-ριττωμάτων ὀστᾶ καὶ νεῦρα καὶ τρίχας, ἐκ τῆς σπερματικῆσπεριττώσεως καὶ τῆς θρεπτικῆς· ὑπὸ τῆς ἐντὸς θερμότητοστά τε νεῦρα καὶ τὰ ὀστᾶ γίνεται· πνεῦμα πολὺ περὶ τὰνεῦρα ἐκκαίεται· τὸ θερμόν ἐστιν ἐν νεύρῳ καὶ ἀρτηρίᾳ καὶφλεβί· θερμότατον δὲ καὶ οἷον φλεβωδέστατον τὸ ἐν τῷ νεύρῳΖγβ 6. 744 b25, 37, 743 b17. πε 15. 832 a36. πν 5. 484 a3, 5.ὑγρότης περὶ τὰ νεῦρα μυξώδης γίνεται, λευκὴ καὶ κολλώ-δης, ᾗ τρέφεται καὶ ἐξ ἧς γιγνόμενα φαίνεται (synovia capsu-larum synovialium et bursarum tendinum mucosarum)· τὰνεῦρα ἀπὸ τῶν ὀστῶν τρέφεται, καθάπτει γὰρ αὐτά· ἀπὸ τοῦνεύρου τοῖς ὀστοῖς μᾶλλον ἡ τροφή· τὸ γλίσχρον ἡ τοῦ νεύρου λαμ-βάνει φύσις, ἥπερ συνέχει τὰ μόρια τῶν ζῴων, ἐν μὲν τοῖσοὖσα νεῦρον, ἐν δὲ τοῖς τὸ ἀνάλογον (cf Plat Tim 82D) Ζιγ 5.515b16. cf S Theophr IV 715. πν 6. 484 a16, 21, 34. Ζγβ 4.737 b2. -- ἔστιν ἡ τῶν νεύρων φύσις σχιστὴ κατὰ μῆκος,κατὰ δὲ πλάτος ἄσχιστος καὶ τάσιν ἔχουσα πολλήν Ζιγ 16.519 b31. 5. 515 b15, a31. πν 5. 433 b14, 17. Ζμβ 8. 654a15. cf 6. 652 a19. οὐ λαμβάνει δ̓ οὐδὲ νάρκη, ὅπου μὴνεῦρόν ἐστι τοῦ σώματος· νεῦρον πᾶν φθείρεται πυρωθέν,κἂν διακοπῇ, οὐ συμφύεται πάλιν (sed tenotomia docet con-trarium)· νεῦρον οὐθενὸς αἰσθάνεσθαι δοκεῖ· νεῦρον τοῦ ἁπτικοῦχάριν Ζιγ 5. 515 b19, 20 Aub et Ka 115, 12. ψα 5. 410 b1.Ζμβ 8. 653 b31. τὴν ἀρτηρίαν μόνον εἶναι δεκτικὴν πνεύμα-τος, τὸ δὲ νεῦρον οὔ (Erasistrati sententia, Rose libr ord168) πν 5. 483 b13. ἔστιν ἐν πᾶσιν ἡ ἰσχὺς ἐν τοῖς νεύροισΖγε 7. 787 b11. τὰζῷα ἔχει ὄργανα τοιαῦτα (i e πρὸς τὴνκίνησιν ) τήν τε τῶν νεύρων φύσιν καὶ τὴν τῶν ὀστῶν· οὐκ ἂνδόξειε κινήσεως ἕνεκα τὰ ὀστᾶ, ἀλλὰ μᾶλλον τὰ νεῦρα ἢτὸ ἀνάλογον, ἐν ᾧ πρώτῳ τὸ πνεῦμα τὸ κινητικόν Ζκ 7. 701b8. πν 8. 485 a6, 10. διὰ τὴν συνέχειαν καὶ σφοδρότητα τῆσκινήσεως καἰκ ἀναπαύεται ὁ σεισμὸς τῷ ἀνθρώπῳ τῶν νεύρων· οἱβουβῶνες γίνονται πληγέντεσ (πληγέντοσ Did) διὰ τὴν συνάρ-τησιν τῶν φλεβῶν καὶ νεύρων· (οἱ ἐν ἀντιτύποις περίπατοι )συντάσεις ἐμποιοῦσι τοῖς νεύροις καὶ τοῖς μυσί· σύντηγμαπλανώμενον ἀτάκτως καὶ προσπῖπτον ὀστοῖς τε καὶ νεύροισπε 15. 882 a33. 26. 883 b22. 40. 885 a38. 7. 881 a26. cf STheophr IV 758. -- c. πῶς ἔχει πρὸς δέρμα ὄνυχα ἶνασσαρκῶδες σπέρμα. τὸ δέρμα ἐκ φλεβὸς καὶ νεύρου καὶ ἀρτη-ρίας· Ἐμπεδοκλῆς ἐκ νεύρου τὸν ὄνυχα τῇ πήξει· αἱ ἶνές εἰσιμεταξὺ νεύρου καὶ φλεβός, ἔνιαι τῶν ἰνῶν διέχουσιν ἀπὸ τῶννεύρων πρὸς τὰς φλέβας· τὰ τῶν μαλακίων σαρκώδη με-ταξὺ σαρκὸς καὶ νεύρου τὴν φύσιν ἔχει· ἐκ τοῦ σπέρματοσοὐθὲν σύγκειται ὥσπερ ἐκ νεύρου καὶ σαρκός πν 5. 483 b15. cfHippocr ed Littre I 203. 6. 484 a38. Ζιγ 6. 515 b27, 29.Ζμβ 8. 654 a15. Ζγα 18. 724 b30. -- d. φλὲψ τείνουσα παῤαὐτὴν τὴν ῥάχιν διὰ τῶν νευρῶν (νευρῶν , non νεύρων , cod AaPik Aub, νεφρῶν Did, φλεβῶν Bk) Ζιγ 4. 515 a1, διὰ τῶνστενῶν (fort νεύρων ) Ζια 17. 497 a15. τὸ αἰδοῖον ἔχει ὁ κά-μηλος νεῦρον (Bk, νευρῶδεσ Camotiana, νεύρινον Aub) Ζιε 2.540 a18. cf β 1. 500 b22. (cf Philippson ὕλη 12. M 426.Su 17. 18. Lewes 170. S II 322. Sprengel Gesch derArzneikunde 1792 I 320.)νευροσπάστησ Liddell-Scott-Jones: A Greek-English lexicon νεῦρον νεῦρον , τό , sinew, tendon, once in Hom. , in pl., of the tendons at the feet, περὶ δ' ἔγχεος αἰχμῇ νεῦρα διεσχίσθη Il. 16.316 , cf. Hp. Art. 11, etc.; τὰ ν. οἷα ἐπιτείνεσθαι καὶ ἀνίεσθαι Pl. Phd. 98c ; ν. ἐξ ἰνῶν [γίγνεται ] Id. Ti. 82c; σάρκες καὶ ν. ibid.; σύγκειταί μου τὸ σῶμα ἐξ ὀστῶν καὶ ν. Id. Phd. 98c , cf. Arist. HA 515a27, al.: used adjectivally, ib.540a18 (s.v.l.).
b. ν. ἔναιμον vein, Hp. Liqu. 2 , cf. Ruf. Onom. 208.
2. metaph., in pl., nerves, sinews, τὰ ν. τῆς τραγῳδίας, of the lyric odes, Ar. Ra. 862; ὑποτέτμηται τὰ ν. τῶν πραγμάτων Aeschin. 3.166 ; ἕως ἐκτέμῃ ὥσπερ ν. ἐκ τῆς ψυχῆσ Pl. R. 411b ; ἐκτ. τὰ ν. [οἴνου ] Plu. 2.692c; also πόλις ἥτις μὴ νεῦρ' ἐπὶ τοὺς ἀδικοῦντασ ἔχει D. 19.283 : less freq. in sg., τὸ ν. ὑποκόπτοντες τῆς δυνάμεωσ J. BJ 5.1.4 ; χρήματα ν. πολέμου App. BC 4.99 .
II. cord made of sinew, e. g. bowstring, Il. 4.122; string fastening the head of the arrow to the shaft, ib.151; also δέρματα συρράπτειν νεύρῳ βοόσ Hes. Op. 544 ; cord of a sling, X. An. 3.4.17, Q.S. 11.112; bowstring, Ach.Tat. 3.8.
2. = νευρά 3, Plb. 4.56.3, App. Mith. 107.
3. string of a lyre, AP 9.584.9, Luc. DMar. 1.4.
III. in pl., fibres of plants, Pl. Plt. 280c.
IV. nerves, as organs of sensation, first in Erasistr. ap. Gal. 5.602; ν. πρακτικά, αἰσθητικά, etc., Ruf. Onom. 211; ν. κινητικά, προαιρετικά, Gal. 2.613, 739; ν. ἀκουστικόν Alex.Aphr. Pr. 1.71 , cf. Gal. 2.831, Plot. 4.3.23.
V. penis, Pl.Com. 173.19, Gal. 8.442. (Cf. Skt. snāvan-, Avest. snāvar, 'sinew', 'bond'.)William J. Slater: Lexicon to Pindar
[* external links may not function]
Elapsed time: 16 ms, see the service description of this page, if you find a bug let us know